- Ἀνθύλλα
- Ἀνθύλλᾱ , Ἄνθυλλαfem nom/voc/acc dual
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἄνθυλλα — fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄνθυλλα — ἄνθυλλον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄνθυλλαν — Ἄνθυλλα fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
АНФИЛЛА — • Anthylla, Άνθυλλα, город в Нижнем Египте между Канопом и Навкратом; доходы с него со времени персидского владычества шли на покупку для царицы туфель или поясов. Hdt. 2, 97. 98 … Реальный словарь классических древностей
ANTHYLLA — urbs in Aegypto insignis. Herodot. l. 2. Τουτέων δὲ ἡ μὲν Ἄνθυλλα, ἐοῦσα λογίμη πόλις, ἐς ὑποδήματα ἐξαίρετος δίδοται τοῦ ἀεὶ βασιλεύοντος Ἀιγύπτου τῇ γυναικί. Athen. paulo aliter l. 1. Ἄθυλλα, πόλις οῦ μακρὰν οὖσα τῆς Ἀλεξανδρείας, ἡ̈ς τοὺς… … Hofmann J. Lexicon universale